Ohm

Καταραμένα Στιγμιότυπα Και Τέτοια

Μισώ τις free press 25 Σεπτεμβρίου, 2008

γιατί η ανάγνωσή τους μου τρώει μεγάλο μέρος από τον πολύτιμο ελεύθερο μου χρόνο. Εντάξει;

 

Νηστεία και προσευχή 12 Μαρτίου, 2008

Έφτασε η Σαρακοστή, η εποχή του Ταραμά, του Χαλβά και της Λαγάνας. Σε λίγο, μόνο έτσι θα θυμόμαστε τις πάλαι πότε μεγάλες θρησκευτικές περιόδους. Από τα φαγητά. Η γιορτή της Βασιλόπιτας. Η γιορτή των Κόκκινων Αυγών και του Σουβλίσματος. Αλλά τί να πεις, η αλλοτρίωση έχει εισβάλλει για τα καλά στην καθημερινή ζωή των αθρώπω, και η Χριστιανική μας Ταυτότητα χάνεται στον βωμό των Τσιπ-666-φακελώματος.

Την Καθαρά Δευτέρα αμέλησα να κάνω μπάνιο και δεν πέταξα αετό. Πέταξα όμως ένα απαίσιο ξερό βρώμικο σουβλάκι από τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου στο κενό μου στομάχι. Οι απεργίες μου προκαλούν μελαγχολία. Προτιμώ λαγάνα με ταραμά. Οι φρή πρέςς τελευταία ακούγονται σαν επιθέσεις πόκεμον.

 

Η βόλτα της Πέμπτης 6 Μαρτίου, 2008

Προσοχή, ακολουθούν σωροί άχρηστων πληροφοριών:

Σήμερα ξύπνησα μία ώρα αργότερα απ’ το ξυπνητήρι μου. Όμως αυτό δε με απέτρεψε από το να παίξω λίγο στο προσφάτως συγκερασμένο μου πιάνο και να απολαύσω τις συνηχήσεις των αρμονικών του που αρμονικά κουρδίστηκαν από τον κουρδιστή. Στη συνέχεια, έκανα ένα ζεστό μπάνιο με ένα αφρόλουτρο που μύριζε τόσο έντονα βανίλλια που μου ερχόταν να το φάω. Ύστερα, εξοπλίστηκα με χρήματα και κατέβηκα χαρωπός στη στάση του τρώγλεϊ με απώτατο σκοπό να φτάσω στον μακρινό Ζωγράφο. Στην Ακαδημία έκανα ανταπόκριση με ένα φρή πρέςς και μία έλλειψη μηνιαίων καρτών που με αποσυντόνισε. Όμως δεν πτοήθην: πήρα το ρωμαλέο λεωφορείο και έφτασα στο βουνό υπερβολικά νωρίς. Όχι, δεν είχαν βγει οι βαθμοί των μαθημάτων που δεν ήξερα. Όχι, το πρόγραμμά μου δυστυχώς δεν ήταν τόσο ελεύθερο, και εκτεινόταν από Δευτέρα έως Τρίτη. Οι χαζοχαρούμενες φιλολογίτσες με τα ρέημπαν γυαλιά είναι μια χαρά και στέλνουν φιλιά. Κατέβηκα μέχρι την Ομόνοια με μια στάση για ζαμπονοτυρόπιτα. Έκανα μία ακόμα στάση για φρή πρέςς στον Γρηγόρη της Κάνιγγος όπου ανεπόλησα τους μήνες των φροντιστηρίων και τις ζεστές σοκολάτες που προμηθευόμην από τους δύο συμπαθέστατους πωλητάς. Πήρα για κανένα λόγο έναν ζεστό καπουτσίνο και τον ήπια μπροστά στην ταμπέλα του Μετρόπολις που λέει για τις συναυλίες. Το καρτοπωλείο της Ομόνοιας ήταν κλειστό. Στην Αττική δεν είχαν. Γύρισα τζαμπέ και μουρμούριζα Στραβίνσκυ στις γειτονιές της Κυπριάδου. Ήλπιζα πως κάποια ετοιμοθάνατη γριά θα μου έλεγε: «Μήπως θες το παλιό διώροφο σπίτι μου; Θα στο πουλήσω για πέντε ευρώ, και μετά μπορείς να κάνεις στην ταράτσα κήπο, και πάρτυ με φίλους. Θα σου ‘ρχομαι για καφέ καμιά φορά, γι’ αυτό να έχεις πάντα ελληνικό στο ντουλάπι σου γιατί δεν πίνω εσπρέσσο. Α, να μου προσέχεις και τον κήπο με τις γάτες. Αύριο μετακομίζεις.» κι εγώ θα της έλεγα «Ευχαριστώ πολύ, είστε η μαικήνας μου».

Μολαταύτα δε συνέβη ποτέ και το μόνο που κατάφερα ήταν να διαβάσω την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη της Βλέννας Κόνωνος στην Γλάιφο. Εκκρεμεί κοντραπούντο. Ο Ροδρίγος ο Λεοντόψωλος. Α, τσεκάρετε και αυτό το βλογ: 48:30 a.m.  (τι έχω πάθει πια με την αυτοδιαφήμιση;)

 

Ετεροχρονισμένη ανταπόκριση 5 Μαρτίου, 2008

Αυτή τη στιγμή σας μιλώ από τα διεθνή ύδατα μέσω του Διεθνούς Παρατηρητηρίου Βαρεμάρας της Ανδαλουσίας. Ο τρανταγμός του απελπιστικά συμπαγούς πλοίου με ταράζει, και πνίγω την καούρα μου σε λίτρα μανταρινάδας με γεύση πετρέλαιο. Οι ανέμοι ασθενείς και η θάλασσα αρκούντως υγρή ανοιχτά του Μυρτώου πελάγους (και οι υπόκωφες γεωγραφικές γνώσεις-σαβούρα του μυαλού μου αναδύονται ύπουλα). Η οικογένεια ομπρός μου τρέφει δύο από τα πιο εκνευριστικά νήπια που έχω βιώσει εδώ και καιρό. Στο ζευγάρι δίπλα μου προσποιούμαι πως γράφω εκτενή εργασία πάνω στην Ψυχολογία της Φυσικής, ανοίγοντας κάπου κάπου την «Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ» του Ανδρέα Βρετάνιου σαν να ψάχνω βιβλιογραφία. Οι «αεροπορικές θέσεις» δεν έχουν τίποτα αεροπορικό: ούτε τραπεζάκι, ούτε κουμπάκι για ανάκλιση, ούτε ζώνες, ούτε φωτάκι για απαγόρευση καπνίσματος, ούτε ψίχουλα του μεσημεριανού γεύματος. Δεν θέλω να ασχοληθώ παραπάνω ούτε με το μαύρο χιούμορ, ούτε με την ανθολογία φρή πρέςς «Ο Άγιος Κουτορνίθιος» που κουβαλάω, ούτε με τις ρετρό πινελιές της Κούλας Νικολαΐδου και της Δανάης Στρατηγοπούλου στ’ αυτιά μου. Θα ήθελα λίγη μαυροδάφνη, αλλά το *ποπ* του φελλού θα κάνει τους ανθρώπους γύρω μου να με κοιτάζουν περίεργα. Τί ζωή έχουν πεντέμιση ώρες.