Ohm

Καταραμένα Στιγμιότυπα Και Τέτοια

Καλημέρα. 29 Μαρτίου, 2008

Ιδανική μουσική πρωινού ξυπνήματος. Από χαλαρό έως άγριο:

1. Sunday Morning – The Velvet Underground (μες στην πρωτοτυπίλα)

2. Μέρα μέρωσε – Σαβίνα Γιαννάτου (γουάου, πώς το σκέφτηκες, γαμάτο)

3. Χτες το βράδυ – Δανάη Στρατηγοπούλου (για να θυμάσαι τα όνειρά σου το πρωί. Σε λίγο θα μας βάλεις και τραγούδι για το lucid dreaming παλιοαντιγραφέα του έντεκα.)

4. Laeva Eius (Antiphon) – Claudio «Claudili» Monteverdi aka πατάω με το ένα πόδι στην Αναγέννηση και με το άλλο στο μπαρόκ και με το άλλο στον τάφο (τρία πόδια). Εκτελεσούλα από Akademia – La Fenice dir. Francoise Lassere (ποιός χέστηκε να μου πεις)

5. Presto RV 253 ‘La tempesta di mare’ του Vivaldi (ναι, βάλε τώρα και την κλασικούρα για να μας δείξεις πόσο μούρη είσαι. Πες ότι η εκτέλεση είναι από Academy of Ancient Music διευθύνοντος Andrew Manze και τώρα μας αποστόμωσες. Βλάκα.)

6. Μια άσκηση φυσικής άλυτη – Λένα Πλάτωνος (Άντε ρε μόμολο που έμαθες και τη Λένα Πλάτωνος. Ουστ.)

7. Βιταμίνες – Kill the Cat (ε, το γάμησες. Νόμιζα ότι είχες πχιότητα και τα σκαπάνκ τα πετούσες στα σκουπίδια. Άντε γεια ρε.)

 

Μια μεγάλη ντουζίνα χρέος 27 Μαρτίου, 2008

Μια μεγάλη ντουζίνα χρέος σταμάτησε το βούισμα στον αρχιεπίσκοπο· γι’ αυτό και σήμερα θα μιλήσω για το νέφτι που σχηματοποιείται μέσα από εκρρίσεις οστρακοειδών κονδυλοφόρων και καταλήγει σε ανιδιοτελή σάτιρα των τεκτονικών τεκταινομένων. Αυτά λοιπόν συχνά ακούγονται ως «ξάρτια» και «κεχριμπάρια» ή «βίντεο» στους κύκλους των φιλόσοφων του καναπέ.

Για να μην μακρηγορήσω όμως, θα προτιμήσω να συντομεύσω. Το νόημα των σκέψεων που με πολύ κόπο διατελώ συνοψίζεται στις εξής έννοιες:

1. Περισσότερο πατατοφρύδι, λιγότερη επιφάνεια.

2. Οι λίγοι των πολλών είναι πολλοί για τους λίγους των λίγων. Οι δέ πολλοί για τους ίδιους είναι πάρα πολλοί.

3. Κεραμομπίφτεκο με παγωτό αγγούρι για τις νοικοκυρές.

4. Φραγκολεβανίτικα ως επίσημη γλώσσα.

5. Απαρτία στις παρτούζες.

6. Μια μεγάλη ντουζίνα χρέος.

Ευχαριστώ.

 

Τελικά 21 Μαρτίου, 2008

το πικνίκ ακυρώθηκε.

Βρέχει.

Μια χορτοκοπτική μηχανή μόλις προσπέρασε το λεωφορείο μου.

Πόσο πιο χαμηλά μπορεί να πέσει κανείς;

 

Η Αγάπη 20 Μαρτίου, 2008

Καλησπέρα κύριε ὑπουργὲ

δέν προτίθεμαι τὴν σήμερον νὰ γράψω ἀμπλαοῦμπλες

γιὰ προγόνους, κηροπήγια καὶ καββαλιστικὰ

παρὰ μόνον νὰ μιλήσω γιὰ ἀγάπη:

«Γκρμχνφχθλκγχρομνλγκιδδρσκλρμναντιρσκλ»

εἶπε ὁ μεγάλος ποιητὴς γιὰ τὴν ἀγάπη

καὶ ποιὸς εἶμαι ‘γὼ νὰ διαφωνήσω;

Οὔτε πρόεδρος, οὔτε πρωθυπουργὸς

οὔτε κἄν γέρος ξεμωραμένος ἀπ’ τὸν συνδικαλισμὸ.

 

Gloria in excelsis Deo 18 Μαρτίου, 2008

Πόσο άραγε μπορείς να επιμηκύνεις τη χαρά; Ένα ουσιώδες φιλοσοφικό ερώτημα για τον σύγχρονο νέο του iPod και του ηλεκτρικού πορτοκαλοστίφτη. Ο διάσημος ψυχοτρόπος Bauhaus Bichtenstlieder (Μπάουχαουζ Μπίχτενστλήντερ) είχε πει στο βιβλίο του «Στο ταβάνι» πως η χαρά παράγεται από τις μπανάνες και καταπολεμάται μόνο με γλυκόριζες. Και ποιός είμαι εγώ που θα διαφωνήσω; Δεν χρησιμοποιώ καν ηλεκτρικό πορτοκαλοστίφτη. Ο επίσης διάσημος αρχιμουσικός της υπηρεσίας πολιτικής προστασίας Johann Sebastian Bach (Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ) στην περίφημη διατριβή του «Λειτουργία σε σι ελάσσονα» (η οποία ποτέ δεν εκδόθηκε ολόκληρη παρά μόνον σε εβδομαδιαία άρθρα στην «Φράνκφουρτ Φερζίχερουνγκ Αλγκεμάινε») υποστήριζε πως η δημοκρατία υφίσταται μόνο όταν υπάρχουν πολλές και διαπλεκόμενες φωνές στη βουλή, με μια προτίμηση στις άλτο (μάλλον είχε πιάσει κάποια γκόμενα στη χορωδία), σε αντίθετη περίπτωση το δέον είναι να σταυρωθούν τα παράφωνα φλάουτα (Cruxifixus). Ο μεγάλος καθηγητής οντολογίας Αρνόλδος Ομορφόβουνος στη θεωρία του περί Τονισμού και Ατονισμού τα θεώρησε όλα παρλαπίπες και αποφάσισε να πάει για κυνήγι και ξέφρενο χορό στην ορεινή Ελβετία. Έκτοτε αγνοούνται οι τύχες όλων.

 

Διλήμματα 15 Μαρτίου, 2008

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 2:38 μμ

Να το κάνω; Να μην το κάνω; Η αλήθεια είναι ότι αν στο μυαλό μου συνετελείτο επαναστατικός αναβρασμός ιδεών και δημιουργική έξαρση δε θα το σκεφτόμουν καν. Επειδή όμως αυτό δε συμβαίνει, θα ενδώσω σε ένα ακόμη παιχνίδι που με προσκάλεσε ο Zdeudonus, περί τινών αμαρτημάτων:

Περί μαλακίας,  ισχύει πως είναι πρακτική η οποία εκτελείται από το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, με μια διαφορά ανακάλυψης από τα έξη έως τα δεκατέσσερα έτη ζωής, και με συχνότητα που στο πέρασμα των ετών ακολουθεί μια παράσταση γούβας (πολλή μαλακία στην εφηβεία – λιγότερη στην ωριμότερη – επανακάμπτει στο γήρας). Όσον αφορά δε την μεταφορική σημασία, είναι σοβαρότατη αμαρτία αλλά συχνά συγχωρείται επίσης λόγω της συχνότητάς της. Όσο για μένα, μπορώ να πω πως διαπράττω συχνά καί τις δύο.

Περί αρσενοκοιτίας δέ, έχω να δηλώσω πως δεν βλέπω καμιά διαφορά μεταξύ αυτής και της θηλεοκοιτίας, και μπορώ να πω πως μου είναι εξίσου ενδιαφέρουσες αλλά και αδιάφορες κατά καιρούς. Όσο για το καθεστώς του αμαρτήματος, συμφωνώ απόλυτα.

Όσον αφορά στη μοιχεία, δεν έχω και πολλά να πω, μπορώ να πω όμως πως η πολυγαμία είναι πολύ ενδιαφέρον πράγμα, τουλάχιστον μέχρι να το βαρεθείς.

Η αιμομιξία όμως μου βγάζει περισσότερο φροϋδικά συμπλέγματα παρά φυσιολογική σεξουαλική ζωή. Και στο κάτω κάτω της γραφής υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια (εκτός από το σπίτι σου μέχρι τα 18 συνήθως). Όσον αφορά δέ μακρινότερους συγγενείς, συνήθως η ημιπαρανομία του θέματος προκαλεί γαργαλιστικές επιθυμίες.

Η πορνεία είναι ένα είδος καταφυγίου αλλά προσωπικά μου είναι άχρηστη. Όσο για τον εκπορνευόμενο/εκπορνευομένη, εφόσον είναι προσωπική επιλογή, δεν πέφτει λόγος σε κανένα. Θεωρώ πολύ χειρότερο το να πάει κανείς σε ριάλιτι, ας πούμε.

 

Νηστεία και προσευχή 12 Μαρτίου, 2008

Έφτασε η Σαρακοστή, η εποχή του Ταραμά, του Χαλβά και της Λαγάνας. Σε λίγο, μόνο έτσι θα θυμόμαστε τις πάλαι πότε μεγάλες θρησκευτικές περιόδους. Από τα φαγητά. Η γιορτή της Βασιλόπιτας. Η γιορτή των Κόκκινων Αυγών και του Σουβλίσματος. Αλλά τί να πεις, η αλλοτρίωση έχει εισβάλλει για τα καλά στην καθημερινή ζωή των αθρώπω, και η Χριστιανική μας Ταυτότητα χάνεται στον βωμό των Τσιπ-666-φακελώματος.

Την Καθαρά Δευτέρα αμέλησα να κάνω μπάνιο και δεν πέταξα αετό. Πέταξα όμως ένα απαίσιο ξερό βρώμικο σουβλάκι από τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου στο κενό μου στομάχι. Οι απεργίες μου προκαλούν μελαγχολία. Προτιμώ λαγάνα με ταραμά. Οι φρή πρέςς τελευταία ακούγονται σαν επιθέσεις πόκεμον.

 

Ένας Κόπτης

Καημένος Κόπτης. Κατέβαινε σὰ σκιὰ κλωτσῶντας μιὰ ἄγουρη μπάλα ἀπὸ ἄχυρο γιὰ νὰ ἀπασχολεῖται. Τὸ νοῦ του διέλυε ἀνακατεύοντας νερὸ καὶ ἀσῆμι ἀπὸ ἀσημόκερω ταῦρο, καὶ ἔπλεκε.

Τὸ μέλλον του, διαγράφοντὰς το ἠχηρὰ πάνω σὲ κομμάτι ἀκατέργαστου πανάλαφρου φελλοῦ. Κατέβαινε στὸ τρίγωνο ποῦ ζοῦσαν κάτι μέγαιρες καὶ λάμιες μὲ

γέρικες φωνὲς καὶ

παρουστιαστικὸ σερνόντουσαν μὰ δὲν ἤθελαν τὸ κακὸ σου

ἀπλὰ ζοῦσαν

Τότε ἦταν ὁ καιρὸς ποῦ βγαίναν ἔξω ἀπὸ τὰ μπαλκόνια τυλιγμένες σὲ τούλια ξεσκισμένα καὶ βεντάλιες τρύπιες ἔτοιμες γιὰ πέταμα καὶ τὶς ξεχνοῦσαν ἐξεπίτηδες στὰ παγκάκια ἤ τὶς ἔριχναν στὸ χῶμα.

Ἔτσι. Κάποιος νεαρὸς νὰ τὸ πάρει μυρωδιὰ καὶ νὰ τὶς ἐπιστρέψει μὲ ἕνα μπουκέτο μανιτάρια καὶ Ὄχι, δὲν ἤθελαν τὸ κακὸ σου, ἀπλὰ ἕναν καφὲ γιὰ σένα κι ἕνα μπουκέτο μανιτάρια γιὰ τὴν ἀμφίδρομη κίνηση.

Κατέβαινε χαμηλὰ στὴν παραλία γιὰ λίγο χυμὸ ἀπὸ τὰ χταπόδια ποῦ δὲν κοιμόντουσαν ποτὲ κρεμασμένα πάνω στὶς ταμπέλες ποῦ δεῖχναν ἀριστερὰ καὶ δεξιὰ καὶ πίσω σου ἕνας μεγάλος πίθηκος. Ἔγραφαν ὅλα ὄμορφα γιὰ σᾶς, καὶ ἦταν πράγματι μὰ τὰ χταπόδια ἀπλὰ κρέμονταν καὶ ἔδιναν ἀπλόχερα τὸ ζωὼδη χυμὸ τους στοὺς περαστικοὺς ἀλλὰ καὶ στὸν νεαρὸ Κόπτη

Κατέβαινε μὲ τὴν τσανάκα τοῦ πρωτάρη γιατὶ κανεῖς δὲν μποροῦσε ἐκείνη τὴ μέρα νὰ κατέβει γιατὶ ἦταν ἡ μέρα τῆς μύησης γιατὶ τὸ ἐπέβαλλε ὁ κύκλος τῆς ζωῆς γιατὶ ἔτσι εἶναι. Ἔπρεπε λοιπὸν· μὰ τὰ χταπόδια τύλιγαν τὰ μακριὰ ξεραμένα ἀπ’ τὸν ἥλιο πλοκάμια τους καὶ τὰ ἔπλεκαν γύρω στὸ λαιμὸ του. Ὅπως αὐτὸς ἔπλεκε τὸ μέλλον του, καὶ σιγοσφύριζαν οἱ ἀνέμοι ἀνάμεσα στὶς βεντοῦζες καὶ τὰ ἀκρωτηριασμένα κοράλλια ἔξυναν τὸ δέρμα του Κόπτη καὶ πάλευε ἀυτὸς νὰ βυζάξει τὸν πολυπόθητο χυμὸ τῶν χταποδιῶν ἐνόσῳ ὅμως ἔπλεκε καὶ τὸ μέλλον του

Ἔβγαζε δῦο ἀπόχες ἀπὸ τὸ σάκο ποῦ κουβαλοῦσε καὶ προστάτευε τὸν ἑαυτὸ του, καὶ ἔσταζαν οἱ χυμοὶ τῶν ζωηρῶν χταποδιῶν στὰ χείλη του Ῥουφοῦσε πλαταγίζοντας τὴ γλῶσσα μήν πάει σταγόνα χαμένη. Ἀπὸ τοὺς ἐξαίσιους χυμοὺς μόνο ἡ γεύση τους προκαλοῦσε λίγο ζαλάδα καὶ αἴσθηση πληρότητας ποῦ θα μποροῦσε νὰ ξεχειλίσει ἀπὸ στιγμή σὲ

Στιγμὲς ἀργότερα γεμάτος ὑγρὰ ἔπαιρνε τὴν ἀνηφοριὰ γιὰ τὴ φυλὴ του, καὶ ἔπλεκε μὲ αἴσθηση πληρότητας. Καὶ ὅλοι περίμεναν μὲ λαχτάρα τὸν χυμὸ τῶν χταποδιῶν. Καὶ ὅταν ἔφτανε ὁ νεαρὸς Κόπτης τοῦ τραβοῦσαν τὸ πλεκτὸ μέλλον ἀπὸ τὰ χέρια καὶ μὲ τὶς μακριὲς τους γλῶσσες τὸν τρυποῦσαν στὰ αὐτιὰ καὶ στὸν ἀφαλὸ καὶ στὰ μὰτια καὶ ῥουφοῦσαν ζωωδῶς τὸν πολυπόθητο χυμὸ ἀπὸ τὶς κοιλότητὲς του, καὶ οἱ γλῶσσες ἔφταναν βαθιὰ καὶ ἔπαιρναν μαζὶ τους κάθε σταγόνα.

Καὶ μετὰ ὁ νεαρὸς Κόπτης ἔμενε ἄδειος μὲ ἕνα αἴσθημα κενοῦ ποῦ θὰ μποροῦσε νὰ γίνει στέρηση ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ, καὶ ποθοῦσε τὴ στιγμὴ ποῦ ἕνας Καημένος Κόπτης, νὰ κατέβαινε σὰ σκιὰ κλωτσῶντας μιὰ ἄγουρη μπάλα ἀπὸ ἄχυρο καὶ νὰ ἔπλεκε τὸ μέλλον του πηγαίνοντας νὰ μαζέψει λίγο χυμὸ χταποδιῶν.

 

Δε λες κουβέντα 10 Μαρτίου, 2008

«Υποτροφία για ένα χασμουρητό

ζητάω

όμως μου δίνουν κι άλλα χασμουρητά»

 

Η βόλτα της Πέμπτης 6 Μαρτίου, 2008

Προσοχή, ακολουθούν σωροί άχρηστων πληροφοριών:

Σήμερα ξύπνησα μία ώρα αργότερα απ’ το ξυπνητήρι μου. Όμως αυτό δε με απέτρεψε από το να παίξω λίγο στο προσφάτως συγκερασμένο μου πιάνο και να απολαύσω τις συνηχήσεις των αρμονικών του που αρμονικά κουρδίστηκαν από τον κουρδιστή. Στη συνέχεια, έκανα ένα ζεστό μπάνιο με ένα αφρόλουτρο που μύριζε τόσο έντονα βανίλλια που μου ερχόταν να το φάω. Ύστερα, εξοπλίστηκα με χρήματα και κατέβηκα χαρωπός στη στάση του τρώγλεϊ με απώτατο σκοπό να φτάσω στον μακρινό Ζωγράφο. Στην Ακαδημία έκανα ανταπόκριση με ένα φρή πρέςς και μία έλλειψη μηνιαίων καρτών που με αποσυντόνισε. Όμως δεν πτοήθην: πήρα το ρωμαλέο λεωφορείο και έφτασα στο βουνό υπερβολικά νωρίς. Όχι, δεν είχαν βγει οι βαθμοί των μαθημάτων που δεν ήξερα. Όχι, το πρόγραμμά μου δυστυχώς δεν ήταν τόσο ελεύθερο, και εκτεινόταν από Δευτέρα έως Τρίτη. Οι χαζοχαρούμενες φιλολογίτσες με τα ρέημπαν γυαλιά είναι μια χαρά και στέλνουν φιλιά. Κατέβηκα μέχρι την Ομόνοια με μια στάση για ζαμπονοτυρόπιτα. Έκανα μία ακόμα στάση για φρή πρέςς στον Γρηγόρη της Κάνιγγος όπου ανεπόλησα τους μήνες των φροντιστηρίων και τις ζεστές σοκολάτες που προμηθευόμην από τους δύο συμπαθέστατους πωλητάς. Πήρα για κανένα λόγο έναν ζεστό καπουτσίνο και τον ήπια μπροστά στην ταμπέλα του Μετρόπολις που λέει για τις συναυλίες. Το καρτοπωλείο της Ομόνοιας ήταν κλειστό. Στην Αττική δεν είχαν. Γύρισα τζαμπέ και μουρμούριζα Στραβίνσκυ στις γειτονιές της Κυπριάδου. Ήλπιζα πως κάποια ετοιμοθάνατη γριά θα μου έλεγε: «Μήπως θες το παλιό διώροφο σπίτι μου; Θα στο πουλήσω για πέντε ευρώ, και μετά μπορείς να κάνεις στην ταράτσα κήπο, και πάρτυ με φίλους. Θα σου ‘ρχομαι για καφέ καμιά φορά, γι’ αυτό να έχεις πάντα ελληνικό στο ντουλάπι σου γιατί δεν πίνω εσπρέσσο. Α, να μου προσέχεις και τον κήπο με τις γάτες. Αύριο μετακομίζεις.» κι εγώ θα της έλεγα «Ευχαριστώ πολύ, είστε η μαικήνας μου».

Μολαταύτα δε συνέβη ποτέ και το μόνο που κατάφερα ήταν να διαβάσω την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη της Βλέννας Κόνωνος στην Γλάιφο. Εκκρεμεί κοντραπούντο. Ο Ροδρίγος ο Λεοντόψωλος. Α, τσεκάρετε και αυτό το βλογ: 48:30 a.m.  (τι έχω πάθει πια με την αυτοδιαφήμιση;)