Ohm

Καταραμένα Στιγμιότυπα Και Τέτοια

Morning wood pages #6 28 Μαΐου, 2012

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 12:27 πμ
Tags:

Καλημερούδια από τη λίμνη των στεναγμών· τα αναρριχόμενα φυτά που ζητήσατε κρέμονται από τα ρουθούνια σας, αρκεί να προσέχατε αρκετά και θα μπορούσατε να τα εντοπίσετε. Η υπηρεσία ωδείων του υπουργείου πολιτισμού φυσικά και δεν έχει ιδέα για τι πράγμα μιλάτε, όποιο κι αν είναι αυτό – παρ’ όλα αυτά σας εφιστώ την προσοχή στο γεγονός ότι πρέπει να προσέξετε προσεκτικά τι θα πω.

Το μάθημα σήμερα αναφέρεται στα κεφάλαια· κεφάλαια άλλωστε υπάρχουν παντού. Για παράδειγμα, ανοίξτε οποιοδήποτε βιβλίο και θα βρείτε κεφάλαια στριμωγμένα μέσα στις σελίδες του, να προσπαθούν να πάρουν ανάσα σπρώχνοντας το εξώφυλλο ενοχλητικά. Για να κάνετε τη ζωή των κεφαλαίων πιο ευχάριστη, παρακαλείσθε να ανοίγετε συχνά τα βιβλία και να τα διαβάζετε καθώς έτσι αερίζονται τα κεφάλαια και δεν παθαίνουν αναερόβια αναπνοή (=σαπίλα). Θα μου πείτε όμως, τι συμβαίνει με τα κεφάλαια του ίντερνετ; Αυτά δεν χρειάζονται αεριζμό; Η απάντηση είναι θολή και γεμάτη τρύπες από σουβλί: τα κεφάλαια του ίντερνετ αερίζονται με τις ηλεκτρονιακές ορδές που ηλεκτρίζουν τους ιστούς του διαδικτύου και τους κάνουν να πάλλονται και να τρέμουν· έτσι μπαίνει μέσα αγέρας υπό τη μορφή πλάζματος (όχι οποιουδήποτε πλάζματος, συνήθως υπό τη μορφή εντόμου).

Δυστυχώς όμως δεν είναι όλα τα κεφάλαια τόσο συμπαθή όπως αυτά που συνήθως αντικρύζουμε· υπάρχει μια κατηγορία κεφαλαίων, αόρατα στο γυμνό μάτι μα γυμνά μπροστά στους αόρατους, τα λεγόμενα Μεγάλα Κεφάλαια (συνήθως τα συναντούμε συντεταγμένα με Κεφαλαίο Γράμμα) τα οποία κινούν τα νήματα και παίζουν με μαριονέτες στο παγκόσμιο θέατρο δρόμου όπου οι εξωγήινοι τους πετούν διαγαλαξιακά νομίσματα στα άυλα καπέλα τους. Τα Μεγάλα Κεφάλαια κρύβονται συνήθως πίσω από τα πιο μικρά πράγματα, και τους αρέσει να μιλούν με αριθμούς· μιλούν μια αριθμητική διάλεκτο άγνωστη στο ευρύ κοινό, που συνήθως οι ξένες γλώσσες του περιορίζονται στην αγγλική, τη γαλλική και τη μαθηματική.

Το αγαπημένο χόμπι των Μεγάλων Κεφαλαίων είναι να πηγαίνουν υπερπόντια ταξίδια σε φορολογικούς παραδείσους· για όσους δεν ξέρουν, οι φορολογικοί παράδεισοι είναι ειδικά διαμορφωμένοι παράδεισοι για αυτούς που σε όλη τους τη ζωή πλήρωναν όλους τους φόρους τους μέχρι και το τελευταίο γιουροσέντ, χωρίς να καθυστερούν ή να κωλυσιεργούν. Οι παράδεισοι αυτοί είναι συνήθως πολύ μικρά και απομονωμένα μέρη πάνω στα βουνά ή στη μέση των ωκεανών, με εκτεταμένες καλλιέργειες φραγκόσυκου και φτελιάς. Τα Μεγάλα Κεφάλαια καταφτάνουν εκεί τα καλοκαίρια ή τους χειμώνες με θαλαμηγούς ή ελικόπτερα για να αγοράσουν τσίχλες· όχι οποιεσδήποτε τσίχλες, αλλά τσίχλες έγκυες γεμάτες αυγά.

Αν αναρωτηθήκατε γιατί τα κεφάλαια εν γένει αποκαλούνται με αυτό το μυστηριώδες όνομα, ο λόγος είναι το μέγεθος του κρανίου τους: συνήθως υπερβαίνει το σωματικό τους βάρος, και αποτελείται από διεσταλμένες φλέβες και μπόλικα γουρλωτά μάτια. Η ασυμμετρία που προκαλείται από τη μορφή τους αυτή καλύπτεται από τον τρόπο με τον οποίο τα κεφάλαια ντύνονται, με κάπες και καμπαρντίνες, με πλουμιστά σεντόνια, γαλότσες και τακουνωτά σανδάλια. Κεφαλαιώδους σημασίας είναι και ο τρόπος με τον οποίο κινούνται, φυσώντας προς το πλάι ειδικά μπαλόνια με ήλιον από την άκρη του στόματός τους, και πεταρίζοντας τα υπανάπτυκτα φτερά που φυτρώνουν στις πατούσες τους. Όταν έχει νηνεμία, τα κεφάλαια αρέσκονται στο να ληστεύουν τράπεζες υπνωτίζοντας τους ταμίες.

Τα Μεγάλα και τα μικρά κεφάλαια αρέσκονται στο να συντονίζονται σε κεφαλαιώδεις συναυλίες· κάθε τρίτη Τρίτη του μήνα, με ελάχιστη ντροπή, μαζεύονται στον εκάστοτε λόφο και μουρμουρίζουν υπόκωφα τις μελωδικές γραμμές που τους υποβάλλει η καταγωγή τους, και το ακατάσχετο μουρμουρητό γεμίζει τον αέρα σαν ωστικό κύμα και τρομοκρατεί τους περαστικούς. Ωστόσο, είναι κάτι που δε γίνεται πολύ συχνά διότι έχει απρόβλεπτα αποτελέσματα· μια φορά, στην Ξάνθη, μια κεφαλαιώδης συναυλία κατέσχισε τις κιλότες των κυριών ηλικίας από 34 έως 38, μέ έναν μεγάλο κρότο, ενώ σε μια άλλη περίπτωση, μια συναυλία κεφαλαίων ξύπνησε τον Εγκέλαδο στην Πολίχνη, ο οποίος εκνευρισμένος έκλεισε το ξυπνητήρι του και σηκώθηκε διστακτικά, έφαγε ένα μπολ με κορνφλέηκς και ανέβηκε στο παπάκι του για να πάει στην βαρετή του δουλειά. Αποτέλεσμα: τα τρία τέταρτα του μισού πληθυσμού της πολιτείας έτυχε να ξύνουν το αυτί τους την ίδια στιγμή.

 

Morning wood pages #5 26 Μαΐου, 2012

Filed under: παράνοια — Θρώγκος @ 1:39 πμ
Tags:

Κατεβαίνοντας τα σκαλιά της αποθήκης, ανακάλυψα πως όσο πιο σβέλτα τρέχεις τόσο πιο απίθανο είναι να συνειδητοποιήσεις το ύψος των σκαλιών, το ποιόν της κλίσης τους, την ακριβή τους θέση· είναι σχεδόν απίθανο να ανιχνεύσεις την ιδιοσυγκρασία που κάθε αναβαθμός έχει καλά κρυμμένη κάτω από το ορθογώνιο πλαίσιό του. Την άποψή μου συμμερίστηκε το τηλέφωνο: κουδούνισε καταφατικά. Το σήκωσα «Ναι;», στην άλλη γραμμή ήταν ο αρλεκίνος «Κατέβα τώρα κέντρο, είναι επείγον». Χωρίς δισταγμό έπιασα το κοντινότερο πουλόβερ και γλίστρησα την τεράστια νεροτσουλήθρα που περνούσε έξω από το μπαλκόνι μου.

Ήταν μια ωραία μέρα· τα πουλιά κανιβάλιζαν σιωπηλά το ένα τ’ άλλο, μασουλώντας νωχελικά και ξαπλωμένα ανάσκελα. Τρεις μεραρχίες κουνουπιών επιτίθεντο μαζικά σε μια σάπια κολοκύθα που είχε ξεμείνει από την προχτεσινή λαϊκή, η οποία μάταια προσπαθούσε να ενδώσει στην αποδόμηση που της παρείχαν οι πρόσφατα αναπτυχθέντες μύκητες. Ήταν μια μέρα ενδοσκόπησης και συλλογισμού· Δεκατρείς του μηνός Μαρτίου, η μέρα που τα στρατά του Μακρυγιάννη έξυναν τ’ αρχίδια τους πάνω στα δέντρα από τη βαρεμάρα του εθνικοαπελευθερωτικού κυνηγητού. Ο άχρηστος δημαρχαίος που όπως πάντα ψήφιζαν οι αθηναίοι είχε ντυθεί στα καλά του (δηλαδή όπως ντυνόταν κάθε μέρα, μ’ ένα άχαρο κοστούμι) και ετοιμαζόταν να αρθρώσει την απερίγραπτα βλακώδη ομιλία του σε ένα βαριεστημένο κοινό που απαρτιζόταν σε ποσοστό 2% από ντόπιους δημότες και 98% τυχαίους περαστικούς και κούκλες βιτρίνας. Οι κούκλες βιτρίνας άκουγαν με προσήλωση και τεράστιο ενδιαφέρον.

Η ζωη κυλώντας στη νεροτσουλήθρα ανάγεται κάπως στα βασικά: σημασία έχουν πλέον μόνο η αναπαραγωγή και η κάλυψη των διατροφικών αναγκών. Γύρω σου, ζωικά και φυτικά είδη εξελίσσονται δαρβινικά με τρόπο ραγδαίο και συνήθως απότομο, μα δεν πρέπει να σε επηρεάζει (περισσότερο απ’ όσο ήδη σε επηρεάζει καθώς ζείτε σε ένα δίκτυο εξελικτικών σχέσεων) γιατί υπάρχει μεγάλη περίπτωση να χάσεις την ισορροπία σου. Ο στόχος που διαφαίνεται στο βάθος, μια πισίνα, μπορεί κάποιες στιγμές να σου χαμογελάει ή να σου θυμίσει κάτι από θάλασσα, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά το σιντριβάνι στην πλατεία συντάγματος.

Έφτασα με ένα «πλατς», αλλά χωρίς να χάνω χρόνο εντόπισα τον αρλεκίνο· καθώς ανοιγόκλειναν οι σιδερένιες καγκελόπορτες του μετρό με συχνότητα λίγων δευτερολέπτων, όσοι κατάφερναν να περάσουν ασφαλείς πανηγύριζαν πετώντας διαφημιστικά φυλλάδια πρόσφατα μοιρασθέντα στον αέρα, ενώ όσοι δεν κατάφερναν σιχτίριζαν κοινώντας προς τον ουρανό· είναι περίεργος ο τρόπος με τον οποίο μια υβριστική απεύθυνση στον ουρανό μπορεί να σε κάνει να νιώθεις τόσο πιο αλαφρωμένος μετά την άρθρωσή της, παρ’ όλο που δεν αλλάζει τίποτα από την σκατένια κατάσταση στην οποία παρευρίσκεσαι και πρωταγωνιστείς.

Ο αρλεκίνος καθόταν στο συνηθισμένο του σημείο, στη χρυσή τομή της απόστασης μεταξύ δύο παγκακίων, παίζοντας την ανέμπνευστη φλογέρα του. Ο ρουχισμός τους δήλωνε ξεκάθαρα πως δεν ήταν μια από τις καλύτερες του μέρες· ίσως είχε χρειαστεί να βάλει ένα μαζικό πλυντήριο καθώς οι στοίβες των ρούχων κατέκλυζαν το δυαράκι του αφήνοντας σχιστές χαραμάδες για να περνάν ανάμεσα οι κάτοικοι του σπιτιού (ο ίδιος). Τον διέκοψα αγενώς από το παίξιμό του, και υπό το βλέμμα των ενοχλημένων περαστικών τον ρώτησα «Τι γίνεται; Άφησα τον ρεμβασμό μου πάνω στις ιδιοτροπίες των σκαλιών για να έρθω δω». Ανοιγόκλεισε τα μάτια σπασμωδικά, και ένα τρέμουλο έπιασε τη φλογέρα που κρατούσε στο δεξίτου χέρι. «Έρχεται το καλοκαίρι», απάντησε ξέπνοα.

Σήκωσα την κεφάλα μου και κοίταξα γύρω· τα σύννεφα που κρεμνιόντανε στον ουρανό φαίνονταν αρκετά δειλά, και τα γαλάζια μπαλώματα τολμούσαν να ξεράσουν το μπλε φως τους πάνω μας. Στα ανατολικά, τα κουρνιασμένα περιστέρια της πλατείας είχαν αρχίσει να ανθίζουν, βγάζοντας λιγδιασμένα άνθη στα κεφάλια και τις πλάτες τους. Ταυτόχρονα, ένα μπουλούκι τουρίστες απαθανάτιζαν την πλήρη ακινησία των άγνωστων στρατιωτών που προσπαθούσαν να ελαχιστοποιήσουν τα βλεφαρίσματα μπροστά στο μνημείο του Τσολιά. Μερικοί φορούσαν σανδαλόκαλτσα, ενώ τα χρώματά τους είχαν αρχίσει να τείνουν προς την εντροπία όσο περνούσε η ώρα. Με οξυμένο βλέμμα κοίταξα έντρομος τα πρώτα σταγονίδια των κλιματισμών να πέφτουν αργά αλλά σταθερά στη στροφή της Σταδίου. «Καλοκαίριασε», επιβεβαίωσα απογοητευμένος.

 

Morning wood pages #4 22 Μαΐου, 2012

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 2:31 πμ
Tags:

Δύο και πέντε: ο χρόνος τρέχει ανενόχλητα. Καθώς τα δευτερόλεπτα σπρώχνουν τους δείκτες των ψηφιακών ρολογιών, ο ήλιος γυρίζει μεθυσμένος γύρω από τη γη που μπαλατζάρει με ταχύτητα φωτός (λογικό) αλλά με καμία ελπίδα για ανάσα. Στις θάλασσες που ανοίγονται κάθετα στον κόσμο αυτό, τα ψαράδικα απλώνουν και μαζεύουν τα δίχτυα τους με τρόπο πανάρχαιο και με μια αυταπόδεικτη επιτυχία, χιλιάδες τράτες μικρές και μεγάλες σέρνουν τα νυφικά τους φορέματα ξύνοντας τον πάτο των ωκεανών όπως μου ξύνεις την πλάτη όταν σε παρακαλάω κι ας μη με τρώει ιδιαίτερα. Τα ενεργά ηφαίστεια σήμερα κοιμούνται: βλέπουν όνειρα γεμάτα καταπράσινες πλαγιές, και προσπαθούν με τα πυρωμένα χέρια τους να χαϊδέψουν τους ανθρώπους, αυτά τα μικρά μυρμήγκια που τόσο χαίρονται με τη φωτιά αλλά δεν τολμούν να την ακουμπήσουν (όμως μερικές φορές τολμάει αυτή).

Δεν προλαβαίνουμε να οργανωθούμε· το παιχνίδι έχει στηθεί, και είναι οριοθετημένο από γιγάντιες οροσειρές που σχίζουν τον ορίζοντα και αστράφτουν καθώς ορειβάτες γυαλίζουν της προσόψεις τους κρεμασμένοι σαν επαγγελματίες καθαριστές ουρανοξυστών. Κάποια δέντρα προτιμούν να απλώνονται οριζόντια στο έδαφος, γέρνουν αισθαντικά σαν τις κυράτσες απά στα πιάνα όταν θέλουν να το παίξουν ντίβες, ενώ άλλα χώνονται στο υπέδαφος σαν γεωτρύπανα και ψάχνουν σπηλιές να γαργαλήσουν· όλα όμως σφίγγουν το χώμα, λες και το στραγγίζουν όπως τα ρούχα της μπουγάδας, και δεν το αφήνουν με τίποτα. Καθώς το ανακατεύουν και το χτενίζουν, αυτό κατρακυλάει και ταξιδεύει στις βουνοπλαγιές αρπάζοντας βράχια στο διάβα του, τα οποία τα στοιβάζει σε γιγάντια μενίρ, σχεδόν σαν ανθρωπόμορφα.

Ο χρόνος είναι σαν ένα ποτάμι: μπορείς να μπεις μια φορά μέσα και να ξαναβγείς, να κάνεις μπάνιο και να ξεβγάλεις το αλατισμένο σου μαλλί ή να πλύνεις τα ρούχα σου. Είναι πλοηγήσιμος, αρκεί να έχεις το κατάλληλο ποταμόπλοιο, ή τουλάχιστον μια σάπια μαούνα που πλημμυρίζει πιο αργά απ’ όσο την αδειάζεις με τον κουβά. Κυλάει αργά και φιδογυριστά, σε ατελείωτες πεδιάδες γεμάτες μαμούνια και ποντίκια, και χύνεται σε μια τεράστια χρονοθάλασσα όπου τα ρεύματα μπορούν να σε πάνε από οποιοδήποτε μέρος σε οποιοδήποτε άλλο, σαν ένα γιγάντιο φιδάκι χωρίς σκάλες. Η μάχη του ανατέλλοντος ηλίου με τα ποταμίσια κύματα συνήθως κρίνεται ισόπαλη, αλλά πολλές φορές καταλήγει σε απρόβλεπτα αποτελέσματα, ξέμπαρκες λίμνες διεστραμμένα δέλτα, ενώ πολλές φορές οι ποταμοί εισβάλλουν στον ουρανό παρασέρνοντας κομμάτια γης και κρύβουν το ήλιο προσπαθώντας να κυλήσουν μια και καλή στο διάστημα, να ενωθούν με τον μεγάλο γαλατένιο ωκεανό.

Τα ανθρώπινα μυρμήγκια, καθώς κρατιούνται από τα κλαδιά των δέντρων για να αντισταθούν στους βροχερούς μουσώνες, σιγυρίζουν το περιβάλλον τους με προσοχή, μόνο που τα μέτρα τους και τα σταθμά είναι μικρά κι αδύναμα, και συχνά πέφτουν από ψηλά και σπάνε σε χίλια κομμάτια. Το θρυμμάτισμά τους γίνεται λίπασμα για απέραντα χωράφια σπαρμένα με μικρά ξεροσπόρια που όμως μεγαλώνουν και γίνονται αδιαπέραστα δάση από αγκαθωτό βαμβάκι. Όταν τα ανθρώπινα μυρμήγκια θερίζουν, οι ξεστρατισμένοι ποταμοί γίνονται κολλώδεις από το χνούδι, και ο μεθυσμένος ήλιος πέφτει να κοιμηθεί με βεβαρυμένα βλέφαρα – και τότε έρχεται να πάρει τη θέση του το φεγγάρι, και λάμπει την ημέρα όσο περισσότερο μπορεί για να κλέψει την παράσταση.

Η ώρα φτάνει όμως που τα ανθρώπινα μυρμήγκια κλείνουν συμφωνίες με το διάβολο και πριονίζουνε τα πόδια τους, και με τα αποκολλημένα μέλη φτιάχνουνε φωλιές και καμάρες, και ιστούς που μαζεύουνε τα χνούδια από τον αέρα· και στολίζονται με το αγκαθωτό τους βαμβάκι, το εφαρμόζουν στους ώμους και στα πέλματά τους και γλιστρούν στους σκοτεινούς διαδρόμους που είναι εδώ και καιρό σκαμμένοι κάτω από ευλογημένες τοποθεσίες, και πριν ξυπνήσει ο ήλιος στήνουνε τρελά πανηγύρια με ξύλινες τάβλες για κρουστά και ξύστρες για έγχορδα, και ένα ένα τα φαναράκια τους σβήνουν πάνω στα κλαδεμένα δέντρα καθώς ξεμένουν από μελάσα. Και λίγο πριν ξημερώσει μαζεύονται όλα σε ένα κεντρικό σημείο και ξεχνούν τα αγκαθωτά βαμβάκια που έχουν πια ενσωματωθεί στους ώμους τους, και απαγγέλουν ψαλμωδίες που υμνούν την βραχυπρόθεσμη θέαση πάνω στον κόσμο, τα κοσμήματα από στεατίτη και τις βάρκες από τσόφλια αυγών. Και καθώς βγαίνει ο ήλιος χώνονται βιαστικά στο κατάστρωμα του ατμόπλοιού τους και ταξιδεύουν στον ποταμίσιο χρόνο ψάχνοντας την καινούρια μέρα που θα ανατείλει, ανεμίζοντας τις κεραίες τους προς πάσα κατεύθυνση αλλά κυρίως προς τα μέσα.

 

Morning wood pages #3 20 Μαΐου, 2012

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 8:31 μμ
Tags:

Η νοσηρότητα του πρωινού ξυπνήματος είναι κάτι που η σύγχρονη ιατρική έχει μελετήσει εις βάθος· λένε πως το διστακτικό τέντωμα αιματώνει τους ιστούς εκπέμποντας αιμοσφαίρια στις τρεις κατευθύνσεις του ορίζοντα και αυτά κάνουν γκελ στους φλέβινους τοίχους με απρόβλεπτες συνέπειες. Κανείς δε μίλησε πιο σοφά για το χασμουρητό από τον προφήτη Χασμουραμπί: είπε, το 890 προ Χριστού, σε μια χασαποταβέρνα στη Μάνδρα, πως η τιμή μιας φρατζόλας ψωμιού πρέπει να είναι πιο υψηλή από το βάρος της σε αλεύρι. Τα σοφά λόγια όμως αντηχούν σε άδειους τοίχους και ασαφείς σοφάδες, και συχνά ο μόνος που τ’ ακούει είναι ο Θεός, ο ψιλικατζής που τα καλοκαίρια βγάζει έξω φουσκωτούς κροκόδειλους για να τρομάζει τους θερινούς κλέφτες.

Άραγες να ζούμε σε μιαν εποχή προφητών; Διαβάζοντας τα ζώδια, και την καλά κρυμμένη περίπλοκη γνώση που απαιτείται για την άρθρωση του λόγου τους, θα πίστευε κανείς πως είμαστε απολύτως εξασφαλισμένοι – ο παγανισμός κατάφερε, παρά τα αλλεπάλληλα κύματα χριστιανισμού, να αρπάξει τις ψυχές των σύγχρονων υποκειμένων και να τις ξεζουμίσει από τον λογισμό. Μια συμμαχία των καρναβαλικών κομμάτων και των ζωδιακών αγωνιστών θα μπορούσε να επαναφέρει με μιας την εθνική θρησκεία· θα ήταν ένα θέαμα πραγματικά θεαματικό, αν και το κιτς της αναστύλωσης αρχαίων ναών θα εντεινόταν σε τέτοιο βαθμό που θα τύφλωνε όσους τολμούσαν να απλώσουν τα βλέμματα πάνω τους. Οι προφήτες όμως είναι ήδη εδώ και φλυαρούν στους δρόμους ανεμίζοντας δυσπρόφερτα κατεβατά αποκαλυπτικών λέξεων, κάποιοι από αυτούς αποκτούν ακολούθους και ξεκινούν σταυροπικετοφορίες προς τα χωράφια ή τις λίμνες, ψάχνοντας τους κάδους σκουπιδιών για σημάδια του Μεσσία. Έρευνες δείχνουν πως η μέση ηλικία ενός προφήτη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την τάση του να καταναλώνει ποσότητες δημητριακών, ή το μήκος του δεξιού του αυτιού διαιρεμένου διά το πλάτος του ενός ρουθουνιού του.

Η προφητική ανακατάληψη του δημοσίου χώρου είναι το γεγονός που φέρνει τα πάνω κάτω στην κάθετη ιεραρχία του ύψους και του βάθους. Σέρνοντας σερπαντίνες με κονσερβοκούτια θεμελιώνεται η νέα ηθική, η τρίτη του είδους που εμφανίστηκε από χτες, μια αμετάβλητη κατηγορία ασμάτων που πλημμυρίζουν τις ετοιμοθάνατες ραδιοσυχνότητες σα βάρκες από κόκαλα. Εδώ έρχεται να κολλήσει η ιδιαίτερη πατρίδα των προφητών, το Αρκαλοχώρι, μια κοινότητα σαμανιστών που εδώ και εκατοντάδες χρόνια επιδίδεται στο ξεφλούδισμα κολοκυθόσπορου και στην αποφλοίωση πασατέμπου, με συνέπεια την τόνωση των εξαγωγών σε τσόφλια κατά 13% επί τοις χιλίοις. Οι προφήτες είναι ντυμένοι σαν μπαλαρίνες: φορούν τετραπέρατα καπέλα, φουστάνια κεντημένα με χορδές νάιλον, γάντια ερμητικά κλειστά και λεπτοδουλεμένα σαριπατιμπάμ. Επειδή όμως τα σαριπατιμπάμ εντοπίζονται μόνο σε υποσαχάρια κλίματα, το κοφτερό προφητικό μυαλό έχει προνοήσει και έχει αποκτήσει μοναδικό μονοπώλιο στην διαχείριση των δικτύων καμήλας. Τέσσερις καμήλες μόνο έχουν μείνει έξω από το παιχνίδι: η Φτερού, η Σαλαλάι, η Λαμπόγυαλη και η Φεραφεζά.

Στην τρίτη επέτειο της Φεραφεζά, έγινε μεγάλο παναϊρι. Έφεραν γυαλικά από το Τουρκμενιστάν, γυαλισμένα με γυαλόχαρτα και τρεις μάγους με φρεσκοτυλιγμένα δώρα: ένα κασμιρένιο κομπολόι, μια μπακιρένια σιδερώστρα και μια κατσαρίδα εγκλωβισμένη σε ήλεκτρον. Η τελετή περιλάμβανε τάλεντ σόου, ενδογαμία και σταύρωση των σταυρωτών εξαδέλφων, οι οποίοι φορούσαν κοιλιακές βράκες αδυνατίσματος και απήγγειλαν σοφές φράσεις από το κινεζικό βιβλίο Κιμ Κι Ντουκ. Τεσσάρων ειδών ποτά ετοιμάστηκαν για σερβίρισμα, μαργαρίτες με ρινίσματα σιδήρου, καφές όχι, τσάι βουνού και τσάι πεδιάδας διανθισμένο με άνθη, κυρίως κρίνα και γλαδιόλες. Αφότου τα ποτά χύθηκαν τελετουργικά στην πλάτη του Ηγούμενου, το παναϊρι απέκτησε βέρο διονυσιακό χαρακτήρα με την μεγαλόφωνη ανάγνωση των 213 άρθρων του Συντάγματος από γηραιά δασκάλα γαλλικών, γνήσια επιζήσασα της Γαλλικής Επαναστάσεως (είχε στο βυζί χτυπημένο τατουάζ το αυτόγραφο του πολίτη Μαρά). Ο μόνος που έλειπε από το παναϊρι ήταν η μικρή Μαίρη, αυτή η αθώα ξανθή χωριατοπούλα που όταν περνούσε ο ντελάλης ήταν υπησχολημένη στο να θάβει το φουντωτό της κεφάλι στον λόφο με τα κοτοπουλίσια πούπουλα που είχε δημιουργήσει η μεταδοτική κατάθλιψη που έπληξε τον κοτοπουλίσιο πληθυσμό στις αρχές του καλοκαιριού του ‘96. Ευτυχώς, με κατηγορηματική ανακοίνωση του Ινστιτούτου Κοτοπουλίσιας Υγιεινής, η απουσία της – προφητική; – έγινε κάπως λιγότερο αισθητή καθώς τα δάκρυα κυλούσαν στα πωγωνίσια μάγουλα των φοιτητικών συλλόγων.

 

Morning wood pages #2 19 Μαΐου, 2012

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 4:25 μμ
Tags: ,

Στην περίοδο στην οποίαν αναφερόμαστε οι δίσκοι παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο: είναι άλλοτε μπακιρένιοι, άλλοτε πλατινένιοι και άλλοτε φτιαγμένοι από κράματα αλουμινίου. Η αναζήτηση του κατάλληλου δίσκου είναι μια δοκιμασία υπέρβασης από μια ηλικιακή ομάδα σε μιαν άλλη, στην οποία οι αιτούντες υποβάλλονται σε τεστ εξομοίωσης έλλειψης βαρύτητας και δένονται πάνω σε μια υπερηχητική μπαλαρίνα, με μόνο προστατευτικό μέσο δυο αβγοθήκες που κρατούν τα μάτια στις κόγχες τους (ή τουλάχιστον κοντά στις κόγχες). Οι δίσκοι συχνά μαρτυρούν την ικανότητα της ελεύθερης αγοράς να αυτορρυθμίζεται· καθώς ροβολούν τις πλαγιές και εγκλωβίζονται σε βάτα και αγκαθωτούς θάμνους, συμβάλλουν στο νόμο της ζήτησης με μικρά προφιτερόλ τα οποία στοιβάζονται μπροστά στους βωμούς της οικονομίας κι έπειτα θυσιάζονται τελετουργικά.

Οι χρυσοί δίσκοι συχνά συνομιλούν με περασμένα μεγαλεία· κυλούν κραδαίνοντας περήφανα ακατανόητα σημάδια και παιδικές ζωγραφιές ανθρώπων με κυκλικό σώμα και τρία πόδια, και διατυμπανίζουν την κυριαρχία τους πάνω στους υπόλοιπους κλάδους της δισκοθήκης. Οι πλατινένιοι συνήθως κοκορεύονται για τα μέταλλα των οποίων η αξία ανεβαίνει, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν να πουν τίποτα παραπάνω (εκτός ίσως από κάποιους στίχους ομηρικού έπους). Μετά υπάρχουν οι δίσκοι από πλάζμα: είναι ολοστρόγγυλοι μα λίγο καχεκτικοί, και κάπως ασταθείς στην ουσία τους, ενώ πολλοί τους κατηγορούν πως δεν υπάρχουν και πως είναι προϊόν ηλεκτρικής εκκένωσης (εκείνοι το αρνούνται σφόδρα). Οι δίσκοι από μενταγιόν αρέσκονται στο να κατουρούν σε κεκλιμένους τοίχους, ενώ η ντροπή δεν περιλαμβάνεται στο ηθικό σύστημα της φιλοσοφίας τους.

Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν την στενή σχέση των δίσκων με το χρόνο· όσο περνάει ο χρόνος οι δίσκοι τον χαιρετάνε εγκάρδια, κι εκείνος ανταπαντάει μοιράζοντας στο κοινό σωματίδια που τρέχουν με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός (είναι ιδιαίτερα της μόδας στα δυτικά προάστεια). Χρόνος και δίσκος, σύμφωνα με κάποιους φιλοσόφους της Σχολής Αεροναυπηγών, είναι δυο όψεις των ίδιων νομισμάτων: του δίευρου και του πενηντάλεπτου (διαιρεμένες δια το πάχος τους). Η αστική χρέωση δεν έχει καμία εξουσία πάνω στα δισκοσώματα, ούτε στον διαιρεμένο χρόνο, αν και σίγουρα υπάρχει μια σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης – σύμφωνα με κάποιες πηγές, που αναφέρουν κρύο νερό από το υπέδαφος στην επιφάνεια.

Οι δίσκοι οργανώθηκαν πρώτη φορά σε κόμματα λίγους μήνες πριν την ανακοίνωση του συνδέσμου δίσκων, που έλεγε «Εδώ και κάποιους μήνες οργανωθήκαμε σε κόμματα, αγαπητοί δίσκοι». Το πιο επιφανές κόμμα, που σήμερα διατηρεί το μεγαλύτερο μέρος των ψήφων σε ειδικά διαμορφωμένα ψυγεία ψήφων, είναι η ένωση επίθεσης στους συγκάτοικους καταληψίες των κοινόχρηστων χώρων. Μαζεύονται τα πρωινά, όχι πολύ νωρίς, και κανονίζουν αιφνιδιαστικές αιμοληψίες σε ανυποψίαστους παπαράτσι· από τότε μέχρι σήμερα, έχουν σημειωθεί δεκατέσσερις επιθέσεις, σε τετράδιο τριών θεμάτων με μπλε στυλό. Κανείς φυσικά δεν έχει αναλάβει την ευθύνη, μόνο ένας ανεύθυνος παπαγάλος του οποίου το όνομα αναζητείται με μηχανές αναζήτησης, αλλά χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα.

Πλέον, οι δίσκοι περνούν τον ελεύθερό τους χρόνο σε ιπτάμενες συνομοσπονδίες· το άρτι επιβληθέν εμπάργκο των σουπερμάρκετ, των πολυεθνικών και των μονοπωλίων τους οδήγησε στην υιοθέτηση μιας απόφασης. Ήταν μια ορφανή απόφαση, οι γονείς της οποίας την είχαν παρατήσει σύξυλη σε ένα ξυλουργείο, για λόγους υγείας· είχε περάσει τα περισσότερα χρόνια της σε ορφανοτροφείο, δουλεύοντας παράνομα τα σαββατοκύριακα σε μια Μονόπολη. Η συμμετοχή της σε μια πολυμελή, πολυερωτική οικογένεια ήταν σίγουρα κάτι το καθοριστικό για την μετέπειτα προσωπικότητά της· απέκτησε τόσους γονείς που τα αποφασιστικά της δάκτυλα δεν έφταναν για να μετρήσουν – ευτυχώς το μπάτζετ της οικογενείας της της επέτρεψε μια προσθετική δακτύλων.

Η ζωή σε μια ιπτάμενη συνομοσπονδία δίσκων σίγουρα δεν είναι εύκολη: περιλαμβάνει δύσκολες μαθηματικές πράξεις, θεατρικές πράξεις και αποτρόπαιες πράξεις που αποσκοπούν σε τρόπαια. Τα τρόπαια είναι συχνά: μπορεί κανείς να τα δει να κρεμνιούνται από τις τρύπες των δίσκων καθώς αυτοί πετούν πάνω από ακατοίκητες λίμνες· συχνά προσομοιάζουν λογότυπα μεγάλων επιχειρήσεων, μάρκες απορρυπαντικών, διαφημίσεις κοάλα, σύνεργα διαπλοκής, αγέλαστες πέτρες ή αχανείς χοάνες. Είναι όμως μια ζωή που οι δίσκοι ποτέ δεν απαρνήθηκαν· τουλάχιστον μέχρι σήμερα, ημέρα Σάββατο.

 

Morning wood pages #1

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 12:32 πμ
Tags:

Έφτασε η ώρα της παγκοσμιοποίησης. Τα χωριά ενώθηκαν με δίχτυα από ξεραμένο σπέρμα και άρχισαν να συνομιλούν γλήγορα σε αργκό δυτικών προαστείων, απέκτησαν κοινό και θαυμαστές ενώ ταυτόχρονα έφτιαξαν μια βάση ανατροφοδότησης για την επικράτηση των πιο ορίτζιναλ, των πιο τρου εμπειριών. Οι πόλεις ανέστησαν τα ζόμπι των υπογείων και τα αναστήλωσαν στη σειρά ελαφρά κυρτά προς τα έξω για να φαίνονται πιο αέρινα, με σκοπό να θέλξουν τα περίεργα πλάσματα με τα τρία μάτια που άρχισαν να βγαίνουν στους δρόμους φορώντας καπέλα προηγούμενων δεκαετιών. Η γήινη ομίχλη που κάλυπτε άλλοτε τις απρόσιτες εκτάσεις που αρέσκονταν στο να απλώνονται εκεί που δεν υπάρχει ανθρώπου νους αναδιπλώθηκε, ανασκουμπώθηκε και αυτορουφήχτηκε σε πηγάδια που είχαν σχεδιαστεί περισσότερο για το στοίβαγμα ανθρώπων παρά για την ανέλκυση υπόγειων υδάτινων όγκων.

Το ένα τρίτο του πληθυσμού ενεπλάκη σε μια επανάσταση: κρατούσαν πανό που περιδινόσαντο το ένα μέσα στο άλλο, σε τέτοιο βαθμό που τα συνθήματά τους δημιουργούσαν ολάκερα σταυρόλεξα, οι σημασίες τους αλληλοπείραζαν τις κεραίες τους ανταλάσσοντας χημικά μηνύματα, και οι ακροστοιχίδες τους άφηναν πίσω τους στραφταλιστό σάλιο σα γυμνοσάλιαγκες. Η επανάσταση αυτή, που είχε ως πρωταρχικό στόχο να μην αποκτήσει ποτέ κεφαλαίο γράμμα στην αρχή της, έπιασε τους σωλήνες της αποχέτευσης από τη βάση τους και τους έστρεψε στον ουρανό: επόμενο ήταν, άρχισε να βρέχει σκατά. Αλλά αυτή η πράξη ήταν μόνο ένα μέσο για την θεμελίωση μιας νέας τάξης ταξί, που σύντομα κυριάρχησαν στο αστικό τοπίο, και περιλάμβαναν υπηρεσίες ομορφιάς και φαινόμενα Απατούν. Η κατηγορία φαινομένων που γρήγορα επικράτησε, τα λεγόμενα Απατούν, άρχισαν να παραπατούν πάνω στις άσπρες γραμμές των διαβάσεων πεζών, γιατί ανάμεσα στις λωρίδες υπήρχε ένα απύθμενο κενό, το λεγόμενο άπατο κενό, και δεν μπορούσαν να το πατήσουν λόγω πατινιών. Η νέα τάξη ταξί και τα Απατούν σύντομα συνδιαλέγησαν εντόνως, επιβάλλοντας σύντομα έναν άγραφο νόμο που όποιος τολμούσε να τον γράψει σβηνόταν κατευθείαν απ’ το χάρτη. Τα πιο όμορφα όνειρα, οι εφιάλτες, τέθηκαν επικεφαλής των υπουργείων δημοσίων τάξεων, και επίτασσαν τις τάξεις απάνω στον κοσμάκη, αλλά με ιδιαίτερη φιλικότητα, με αποτέλεσμα να γίνουν αντικείμενο σεβασμού των προλεταριακών ορδών του χάους. Η επανάσταση συνέχισε το θεάρεστο έργο της αφαιρώντας σταδιακά ένα ένα τα μικρά της γράμματα, με πρώτο το έψιλον, πράγμα που προκάλεσε σωρεία ποδοβολητών από την πλευρά του προλεταριακού χάους των ορδών. Πανάσταση, φωναζόταν χωρίς άρθρο, έγινε το όνομα τριών χιλιάδων μωρών που γεννήθηκαν ταυτόχρονα εννέα μήνες μετά από ένα μυθικό όργιο οργανωμένο από ελευθεριακούς αιθεροβάμονες οργανοπαίχτες, οι οποίοι χρησιμοποίησαν την στρογγυλεμένη πονηράδα τους έτσι ώστε να κατευνάσουν τα οξυμένα πνεύματα. Κανείς σε αυτή τη φάση της παγκοσμιοποίησης δεν ασπαζόταν τα οξυμένα πνεύματα, καθώς όλοι προτιμούσαν τη δασεία επειδή προσέδιδε μια πνοή αύρας στον άνεμο της ανάσας τους.

Βέβαια η παγκοσμιοποίηση δεν ήταν δυνατόν να σταματήσει σε τρεις ψωροχιλιάδες ανθρώπινα νεογνά. Προχώρησε, χρησιμοποιώντας τα εφόδια της πανάστασης, και εισχώρησε στα μύχια της ψυχής των κολυμβητών, που με τη σειρά τους εισχώρησαν στα βάθη των μυχιών της θαλάσσης αδράχνοντας τεράστια πτερύγια ντυμένα με κοράλλια. Τα κοράλλια έδιναν στροφορμή στην ώθηση των κολυμβητών, ενώ ταυτόχρονα τους παρείχαν το ευπρόσδεκτο οξυγόνο υπό τη μορφή μικρών μπουρμπουληθρών. Η θάλασσα αναταράχτηκε από την έφοδο στα μύχια της, και αποφάσισε να τα κοινωνικοποιήσει λες και ήταν μέσα παραγωγής. Αμέσως αμέτρητα πορτοκαλί σφουγγάρια ξεχύθηκαν στους ωκεανούς σφουγγαρίζοντας τις βρωμιές των φαλαινοθηρικών και των σκουριασμένων τάνκερ, χωρίς να γνωρίζουν πως η βρωμιά είχε ήδη διεισδύσει στις πηγές των ποταμών. Η πανάσταση εξέθρεψε μια στρατιά σπανάκια, που οργανώθηκαν μέσω ομάδων αυτογνωσίας και αποφάσισαν τον εποικισμό του φεγγαριού χωρίς πολλά πολλά. Στο φεγγάρι τους περίμενε η θεά της παγκοσμιοποίησης, η μυθική Κουλτουργοργορ, μια θεά χωρίς τόνο αλλά με τόνους υπομονής και με τη δύναμη των πολιτισμικών ροών. Τα σπανάκια ήταν γενναία και τη ρώτησαν μ’ ένα στόμα, μια φωνή: «Πάγκαλη Κουλτουργοργορ, πότε θα πετύχει η πανάσταση;» και η Κουλτούργοργορ απήντησε με δυο στόματα «Σύντομα, αδελφές μου. Να προσέχετε τον ιονισμό σας» και χαμογέλασε ευτυχώς. Τα σπανάκια δεν κουνήθηκαν.

 

κάτι έτσι επίκαιρο 11 Μαΐου, 2012

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 2:30 μμ
Tags:

Όχι ξύλο στους φασίστες. Ή μάλλον, αυτό το ξέρουμε ήδη. Τώρα έχουμε ένα καινούριο ξύλο. Ξύλο στους έλληνες νοικοκυραίους, στους εγκληματίες της διπλανής πόρτας, στους οικογενειάρχες που είναι έτοιμοι να δολοφονήσουν το διαφορετικό για να κρατήσουν τη μικροαστική τους ασφάλεια, το πάρκινγκ τους και την αγνότητα των σκατόπαιδών τους. Ξύλο στους χαμογελαστούς: «Εγώ ψήφισα Χρυσή Αυγή, χαχα, για να τους δείξω». Ξύλο σε αυτούς που πάντα δικαιολογούμε, «Δεν ξέρουν, δεν το έψαξαν, νομίζουν κάτι άλλο». Γιατί αυτοί θα οπλίσουν το μαχαίρι που θα σκοτώσει τον αφγανό μετανάστη, κι ας «δεν ξέρει, δεν το έψαξε, νομίζει κάτι άλλο» για τη χώρα στην οποία ήρθε. Η αγνή πολιτική αντιπαράθεση, η ευγενής επιχειρηματολογία, το «δε συμφωνώ μαζί σου αλλά θα υπερασπιστώ με τη ζωή μου το δικαίωμά σου να εκφράζεις την άποψή σου (μπλαμπλα)» σταματάει όταν η μια πλευρά τραβάει το μαχαίρι, εκτελεί συμβόλαια θανάτου, τσακίζει στο ξύλο όποιον δε δεχτεί να πάρει το σκατοφυλλάδιό της. Μάλλον τελικά σ’ αυτά τα πράματα είμαι λίγο Σταρκ: πρόδωσες τον μετανάστη, τον εβραίο, τη μεινότητα, τον/την ομοφυλόφιλο/η, τη γυναίκα, τον χρήστη υπηρεσιών ψυχικής υγείας; μην περιμένεις έλεος, μόνο κοψοκεφάλιασμα έξω απ’ το Γουίντερφελλ.

Μια ωραία ποινή για νεοναζί (όχι θάνατος, πολύ θα το ήθελαν) θα ήταν δια βίου εγκλεισμός σε ισραηλινή φυλακή. Θα μπορούσε να γίνει και μια διακρατική συμφωνία: αυτοί θα στέλνουν κρατικά επιχορηγούμενες κρουαζιέρες που θα τονώνουν τον τουρισμό, εμείς θα τους στέλνουμε φασίστες. Ιτς ε γουίν-γουίν σητσουέησον.

 

Καλικάτζαροι 3 Μαΐου, 2012

Filed under: Διάφορα — Θρώγκος @ 2:50 πμ

Συχνά ξυπνάω τα πρωινά και αντικρύζω έναν κόσμο που δεν περίμενα. Είναι λες και, αφότου πέσω ήσυχος για ύπνο γραπώνοντας το μαξιλάρι μου, εκατομμύρια καλικάτζαροι με κοφτερά δόντια ροκανίζουν το δέντρο της πραγματικότητας ενόσω κοιμάμαι γαλήνιος. Σίγουρα δεν ήταν έτσι τα πράγματα χτες. Πόσο μάλλον προχτες. Να δούμε ποια κομμάτια θα λείπουν αύριο.